Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

Η ΠΕΤΡΑ
(Μονόπρακτo)
Πρόσωπα; ΤΟΜ, ΜΑΝΤΛΕΝ, ΠΕΤΡΑ,
ΣΠ ΙΤΟΝΟΙΚΟΚΥΡΑ, ΑΝΤΡΑΣ, ΓΥΝΑΙΚΑ.

Δωμάτιο φτωχικό με έπιπλα,χαρτιά. Μια μεγάλη πέτρα στη μέση του πατώματος. Ο Τομ και η Μαντλέν κάθονται δίπλα δίπλα.

ΤΟΜ
(συνεχίζει διάβασμα)
…Φιλώ του το στόμα
σφραγίζω τα μάτια
και παίρνω τα ίδια
κι  εγώ μονοπάτια 


ΜΑΝΤΛΕΝ (ΜΑΝ)
Υπέροχο! Θαυμάσιο!
(τον αγκαλιάζει)
Ο ποιητής μου! Και σκέψου να μην έχει έχει εκδόσει ένα βιβλίο ακόμα...Τόσο ωραία ποιήματα και να μένουν κρυμμένα...

ΤΟΜ
Μαντλέν μου,δεν είναι τόσο ωραία ώστε να χάνει κανείς αν δεν τα διαβάσει...

ΜΑΝ
Άκου αγάπη μου-το πρώτο πράγμα που θα κάμουμε μετά το γάμο μας θα είναι αυτό. Η μετριοφροσύνη έχει τα όρια της και αν εσύ δε θέλεις να το δεις αυτό, εγώ που ενδιαφέρομαι για σένα το βλέπω.Δε θ' αφήσω τη μετριοφροσύνη, όσο κι αν είναι αρετή, να σε καθοδηγεί. Πρέπει τα ποιήματα σου να εκδοθούν.

ΤΟΜ
Σου υπόσχομαι να το ξανασυζητήσουμε μετά το γάμο. Ας αφήσουμε τώρα αυτό το θέμα.

ΜΑΝ
Όχι. Δε θα τ' αφήσουμε.
(παίρνει το τετράδιο με τα ποιήματα)
Μέσα δω βρίσκονται αριστουργήματα!
(δείχνει τη βιβλιοθήκη)
Το ίδιο και κει περα.Όχι, δε θα τ αφήσουμε το θέμα φιλαράκο. Τα ποιήματα αυτά ζητάνε μόνα τους να φανερωθούν. Δε θα σ' αφήσω να τα κρατάς κρυμμένα μέσα σ' αυτό το δωμάτιο.

ΤΟΜ
(της παίρνει το βιβλίο από το χέρι. Προσπαθώντας να αλλάξει κουβέντα)
Πες μου τι γίνονται οι δικοί σου-τι κάνει ο πατέρας σου;

ΜΑΝ
Ο πατέρας μου είναι καλά και σε χαιρετάει. Το ίδιο κι η μητέρα μου. Τα ποιήματα όμως θα εκδοθούν.

ΤΟΜ
Μα, Μαντλέν, χρειάζονται λεφτά…

ΜΑΝ
Θα κάνουμε οικονομίες. Θα τα καταφέρουμε.

ΤΟΜ
Είναι εύκολο να το λες. Μα στην πράξη είναι δύσκολο το πράγμα. Έλα τώρα…
(την καθίζει στα γόνατα του) 
Έλα να πάρω εγώ στα χέρια μου αυτό το κεφαλάκι που κατεβάζει τέτιες ιδέες και να δω πού τις βρίσκει. Να εξετάσω από κοντά αυτά τα όμορφα χειλάκια που λένε τέτια λόγια και μες σ' αυτά τα μάτια σου να ψάξω και να βρω πού κρύβονται οι μαγνήτες τους που τραβούνε τόσο δυντά τα δικά μου μάτια.

ΜΑΝ
Να 'μαι λοιπόν! Μόνο την υπόσχεση σου μην ξεχνάς.

ΤΟΜ
Δεν την ξεχνώ.

ΜΑΝ
Στο γραφείο με πειράζουν που είσαι μεγαλύτερός μου.

ΤΟΜ
Είναι φυσικό. Τους καταλαβαίνω.

ΜΑΝ
Εμένα όμως αυτό δε μ' αρέσει. Δε θέλω κανείς να επεμβαίνει στην προσωπική μου ζωή. Αν εγώ αγαπώ κάποιον αυτούς δεν πρέπει να τους ενδιαφέρει.

ΤΟΜ
Δεν μπορείς να τους κάνεις να σταματήσουν. Όταν οι άνθρωποι μιλάνε για να σε πειράξουν ο λόγος τους δεν τελειώνει ποτέ.

ΜΑΝ
Ας είναι. Μπορούν να λένε ότι θέλουν. Εγώ σ' αγαπώ και αυτό δεν μπορούν να τ' αλλάξουν. Κι είναι η αγάπη μας που τους πειράζει κι όχι η ηλικία σου. Ζηλεύουν.

ΤΟΜ
Ζηλεύουν που δεν μπορούν να 'χουν κι αυτοί την ίδια τύχη-να τους αγαπάει η ομορφότερη γυναίκα του κόσμου.

ΜΑΝ
Θέλω να δω τα μούτρα τους όταν δούνε το πρώτο σου βιβλίο.

ΤΟΜ
Πάλι τα ίδια; Δεν είπαμε να τ' αφήσουμε τώρα αυτά;

ΜΑΝα
Έχεις δίκιο. Σου ζητώ συγνώμη. Εξάλλου πρέπει να πάω να παραδώσω τα σχέδια. Δε θα μου πάρει πολύ. Ύστερα θα 'μαι πάλι κοντά σου ως το πρωί
(με νάζι)
Αν με θέλεις...

ΤΟΜ
Μμμ...δεν ξέρω... Να σκεφτώ... εντάξει,έλα!..

ΜΑΝ
(παίρνει τα σχέδια)
Ευχαριστώ...Λοιπόν γεια σου
(φιλιούνται)

ΤΟΜ
Γεια σου.
(η Μαντλέν βγαίνει. Σχηματίζει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
Εμπρός... Νικ γεια σου... Ναι, ο Τομ. Άκου,στείλε μου σε παρακαλώ μιαν ανθοδέσμη. Ναι...γεια.
(κατεβάζει το ακουστικό. Στέκει στη μέση του δωματίου και ανοίγει τα χέρια διάπλατα σαν να θέλει ν' αγκαλιάσει κάτι μεγάλο. Μετά κατεβάζει τα χέρια, πλησιάζει στην πέτρα και της μιλάει)
Εδώ και πέντε χρόνια μ' έβλεπες μονάχο. Τώρα θα πρέπει να συνηθίσεις κι έναν άλλον άνθρωπο μέσα στο σπίτι.Μια νέα γυναίκα. Μια γυναίκα που μ' αγαπάει πραγματικά. Που αγαπάει την ανάσα μου, το περπάτημά μου, τον τρόπο που κρατώ το μολύβι όταν γράφω. Που δεν αγαπάει σε μένα τα λεφτά, το εργοστάσιο, την άνετη ζωή, αλλά που αγαπάει μόνον εμένα. Εμένα! Εμένα όπως είμαι! Φτωχόν, ασήμαντον, μόνο.
Πέντε χρόνια! Πέντε χρόνια ανυπαρξίας! Μέχρι τότε ζούσα μέσα στην ψευτιά. Περιστοιχιζόμουν από ανθρώπους που ενώ δεν μ’ αγαπούσαν υποκρίνονταν πως μ’ αγαπούν. Η Ρόζα, οι φίλοι μου… Έπρεπε να μείνω χωρίς χρήματα για να το καταλάβω. Μα η απώλεια της γυναίκας και των φίλων μου δεν ήταν τόσο άσχημο για μένα. Αντίθετα ευχαριστήθηκα που ήρθαν έτσι τα πράγματα. Γιατί έτσι κατάλαβα πως όλα αυτά ήτανε ψέμματα. Όχι λοιπόν στενοχώρια ή λύπη. Όχι. Τίποτα τέτιο δεν ένιωσα. Αν το 'λεγα αυτό στη Μαντλέν ούτε κι αυτή δε θα το καταλάβαινε. Όμως έτσι είναι. Το μόνο που ένιωσα ήτανε μια απογοήτευση. Ένα κενό. Ξαφνικά όλα έγιναν μακρινά, άγνωστα, ξένα. Ήταν σαν να βρέθηκα σε μιαν άλλη έποχή, εκατό χρόνια πριν ή μετά από το σήμερα, μιαν εποχή όπου κανέναν δε γνώριζα και δε με γνώριζε κανείς. Μόνος. Χωρίς ρίζες, χωρίς συνέχεια.
Τι έπρεπε να κάνω; Ν' αρχίσω πάλι από την αρχή; Να φτιάξω φίλους πάλι; Νέες γνωριμίες; Να κάνω πάλι τις ίδιες ενέργειες; Μα έτσι θα κατάληγα στο ίδιο αποτέλεσμα. Κάποιο εργοστάσιο πάλι, χρήμα πολύ πάλι, κάποια Ρόζα πάλι, πάλι μια ζωή βουτηγμένη στο ψέμμα.
Μα έπρεπε αυτό να το κάνω; Έπρεπε να δεχτώ ότι αυτή είναι η ζωή; Το ψέμμα και η υποκρισία; Αν ήταν έτσι τι ωφελεί να έχουμε μέσα μας κάτι που να μας λέει ότι αυτό δεν είναι το σωστό; Που μας λέει ότι όχι το κρυμμένο μίσος αλλά η φανερή αγάπη είναι ο προορισμός μας;
Αν έπρεπε να ζούμε μια ζωή αταίριαστη με ότι μέσα μας φωνάζει και επαναστατεί, τότε γιατί αυτή η επανάσταση;
Ήρθα λοιπόν και κλείστηκα εδώ. Μακριά από όλους όσους προσποιούνταν πως μ' αγαπούν. Ηρθα με όλα μου χαμένα και μόνο με μιαν ελπίδα-πως ίσως πριν να έρθει ο θάνατος θα έρθει η αγάπη. Πως ίσως να έβρισκα εκείνο που μόνον αυτό αξίζει να δώσει ο άνθρωπος κι αυτό να πάρει και που όταν το νιώσει, τότε μόνο μπορεί να πει πως η ζωή του έχει κάποιο σκοπό.
Είχε έρθει η ώρα για μένα να κάτσω και να συλλογιστώ. Και τότε είδα πως τα παλιά τα μέτρα δεν μου ταιριάζουν πια. Ήταν ανάγκη για νέα. Κι αυτά ήταν για μένα η παραίτηση και η αναμονή.Η παραίτηση από τη ζωή και η αναμονή για αγάπη ή για θάνατο. Μόνο που τώρα η αγάπη έπρεπε να 'ρθει μόνη της σε μένα κι όχι εγώ να την αναζητήσω. Γιατί πολλά της μοιάζουν και μπορεί να λάθευα και πάλι.
(χτυπάει το κουδούνι της πόρτας. Ο Τομ βγαίνει και μπαίνει πάλι κρατώντας μιαν ανθοδέσμη. Την τοποθετεί στο ανθοδοχείο)
Και να που δεν περίμενα πολύ. Ήρθε σε μένα η αγάπη. Ήρθε με τη μορφή της Μαντλέν. Της Μαντλέν που μ' αγάπησε για ό,τι είμαι. Όλα τώρα αλλάζουν. Τώρα θα ζήσω κι εγώ. Που θα πει θ' αγαπιέμαι. Πενήντα χρόνων όνειδος έσβυσαν σε μια στιγμή αγάπης. Και ό,τι ακολουθήσει θα ’ναι ο θρίαμβος της ζωής. Θα ναι η ζωή μετουσιωμένη σε αγάπη. Πέτρα, θα ζήσω!
(αρχίζει να περπατεί στο δωμάτιο)

ΠΕΤΡΑ (ΠΕΤ)
Είσαι βέβαιος για όσα λες;
(ο Τομ στέκει λίγο ακίνητος,ύστερα στρέφει και κοιτάζει την πέτρα)

ΤΟΜ
Ώστε μιλάς;..

ΠΕΤ
Ώστε μ' άκουσες;..

ΤΟΜ
(πλησιάζει στην πέτρα)
Θέλεις να πεις ότι μου έχεις ξαναμιλήσει;

ΠΕΤ
Κάθε φορά που μου μιλούσες σου απαντούσα. Μα συ δε μ' άκουγες. Και τότε σώπαινα. Ήξερα ότι δεν είχε έρθει η ώρα μου ακόμα και σταματούσα. Και μόνο σ' άκουγα.

ΤΟΜ
Το ένιωθα! Ό,τι μ' έσπρωχνε να σου μιλώ μου 'λεγε πως δεν μπορεί,έπρεπε να αιστάνεσαι. Το 'νιωθα. Η συντροφιά σου μου απάλυνε πολλές φορές τη δυστυχία. Και τι που δεν έχει ψυχή μπορεί να απαλύνει τη δυστυχία;

ΠΕΤ
Ξέρω τον βαθύ σου πόνο κάθε που σε πρόδιναν. Ξέρω τη χαρά σου όταν τελείωνες ένα ωραίο σου ποίημα.

ΤΟΜ
Λοιπόν καλά με ξέρεις. Μα πες μου, τι θέλεις να μάθεις από μένα; Κάτι με ρώτησες.

ΠΕΤ
Σε ρώτησα αν πιστεύεις όσα μου είπες. Πως η Μαντλέν σ' αγαπάει και πως όλα θα είναι καλά από δω και πέρα στη ζωή σου γιατί αυτή σ' αγαπάει.

ΤΟΜ
Σου τα 'χω πει όλα για κείνη, ξέρεις και μένα. Είμαι φτωχός και της έχω πει πως δε θα επιδιώξω να κερδίσω χρήματα στο μέλλον εκτός από όσα χρειάζονται για μιαν ήσυχη ζωή. Παρόλαυτά επιμένει να θέλει να μείνει μαζί μου για πάντα. Τι άλλο θα την έσπρωχνε σ' αυτό αν όχι η αγάπη-η πραγματική αγάπη; Η Μαντλέν αγαπάει εμένα και όχι τα χρήματα που δεν έχω.

ΠΕΤ
Ξέρεις πολλές τέτιες περιπτώσεις η γυναίκα ν' αγαπάει έναν άντρα που δεν έχει να της προσφέρει τίποτα;

ΤΟΜ
Η Μαντλέν δεν είναι σαν τις άλλες γυναίκες. Έχει ψυχή ευγενική. Είναι σταθερή στα αισθήματα της. Ποτέ δεν έχει άλλοτε αγαπήσει. Και δεν είναι κανένα κοριτσάκι άμυαλο. Είναι γυναίκα εικοσιοχτω χρονών. Τι έχεις να πεις λοιπόν;

ΠΕΤ
Θέλω να δω ως πού μπορεί να φτάσει η αυταπάτη σου. Θέλεις να πιστεύεις πως βρήκες την αληθινή αγάπη. Και το χειρότερο ότι τη βρήκες σ' έναν άνθρωπο.

ΤΟΜ
Μήπως μιλάμε την ίδια γλώσσα αλλά δεν καταλαβαίνει ο ένας τον άλλο; Πώς μπορώ να σου δώσω να καταλάβεις ότι η Μαντλέν δεν έχει άλλο σκοπό στη ζωή της από μένα; Ότι θα 'θελε να μην κοιμάται αν ήτανε δυνατό, για να μπορεί να με βλέπει  συνέχεια; Να με βλέπει, να με ακούει, να με αισθάνεται;  Πως από τότε που με γνώρισε δε ζει παρά όταν βρίσκεται κοντά μου; Πως μ' αγαπάει πραγματικά;
ΠΕΤ
Έχεις δίκιο σ' αυτό που είπες για τη γλώσσα. Με τη γλώσσα την ανθρώπινη δεν μπορεί να υπάρξει συνεννόηση. Μα συ δεν ξέρεις τη δική μου γλώσσα και είμαι υποχρεωμένη να μιλώ με τη δική σου. Και μ' αυτό το όπλο πρέπει να προσπαθήσω να σε κάνω να δεις την αλήθεια. Θα στο πω λοιπόν έτσι: η Μαντλέν σ' αγαπάει αλλά δε σ' αγαπάει πράγματικά.

ΤΟΜ
Η Μαντλέν μ’ αγαπάει αληθινά. Κι αν δε συμφωνείς μ' αυτό, κανείς δεν πρόκειται να λύσει τη διαφορά μας τώρα. Μόνο όταν, χρόνια μετά, δεις πως η Μαντλέν είναι ίδια όπως τώρα στην αγάπη της για μένα, τότε θα πειστείς πως ήτραν άδικα όσα τώρα λες γι αυτήν.

ΠΕΤ
Σκέφτηκες ότι εκείνο που την έφερε κονιά σου είναι τα ποιήματα που γράφεις;

ΤΟΜ
(αμέσως, σαν να ήιαν προετοιμσμένος για μια τέτοιαν ερώτηση)
Και βέβαια της αρέσουν τα ποιήματα μου. Και το λέει. Μα θα ήτανε φριχτό να υποθέσεις πως μόνο γι αυτά βρίσκεται κοντά μου.
(Στέκει. Σιγά)
Ναι, της αρέσουνε. Τα νιώθει. Τα αιστάνεται. Τα ζει. Μπορώ να πω... τ' αγαπάει...

ΜΑΝ
Είπες τη λέξη. Η Μαντλέν αγαπάει τα ποιήματα σου κι όχι εσένα.

ΤΟΜ
Όχι! Όχι!

ΠΕΤ
Γιατί ταράζεσαι; Αφού η Μαντλέν αγαπάει εσένα, τότε θα σ' αγαπούσε ακόμα κι αν δεν έγραφες.
Και αυτό μπορούμε να το δούμε χωρίς να περιμένουμε χρόνια. Δοκίμασε τη Μαντλέν.
Αφού δεν πείθεσαι σε μένα, πίστεψε αυτήν.
Προετοιμάσου όμως-σκέψου πώς θα το κάνεις γιατί όπου να ΄ναι έρχεται.

ΤΟΜ
Ξέρεις καλά τι θα της πω. Ξέρεις καλά το σχέδιο που γεννήθηκε αυτή τη στιγμή στο μυαλό μου γιατί εσύ το κάρφωσες εκεί. Όμως θα δεις μονάχη το λάθος που κάνεις. Θα δεις μονάχη σου πως άλλην ζητάς κι όχι εκείνη που σε λίνο θα έρθει εδώ.
(χτύποι στην εξώπορτα)
Εμένα αγαπάει η Μαντλέν και όχι τα άσημα, φτωχά ποιήματα μου.
(ταχτοποιεί τα μαλλιά του και βγαίνει)

ΜΑΝ
(η φωνή της)
Ήρθα!

ΤΟΜ
(η φωνή του)
 Καλώς την. Έλα.
(μπαίνουν)

ΜΑΝ
Κάνει κρύο έξω...

ΤΟΜ
(της πιάνει τα χέρια)
Και μέσα όσο έλειπες. Δώσε μου τα χέρια σου να τα ζεστάνω.

ΜΑΝ
(χαρούμενα έκπληκτη)

Πώς βρέθηκαν εδώ αυτά τα λουλούδια;

ΤΟΜ
Ήρθαν όταν έφυγες. Μπήκαν ζητώντας τη βασίλισσα τους που ήταν, λένε, εδώ. Τους έλειψε. Τρεις μήνες τώρα ζουν χωρίς χαρά. Τα ρώτησα το όνομα της βασίλισσάς τους και μου είπαν το δικό σου. Τα κράτησα για να σε δουν.

ΜΑΝ
Α! Τι ωραίο παραμύθι!
Ευχαριστώ και σένα και τους υπηκόους μου. Και ούτε θέλω να μου πεις την αλήθεια. Όμως θέλω να μου κάνεις μια χάρη για να μου δείξεις γι άλλη μια φορά πως μ’ αγαπάς. Θελω την ιστορία που μου είπες με τα λουλούδια να την κάνεις ένα ωραίο ποιηματάκι και να μου το χαρίσεις.

ΤΟΜ
Μαντλέν, πρέπει να τελειώσει αυτή η ιστορία με τα ποιήματα. Τα ποιήματα αυτά δεν είναι δικά μου.

ΜΑΡ
"Τα ποιήματα δεν είναι δικά μου";.. Τι εννοείς; Ποια ποιήματα;

ΤΟΜ
Όλα αυτά τα ποιήματα. Δεν είναι δικά μου-δεν τα έγραψα εγώ.

ΜΑΝ
Τι αστείο είναι αυτό; Άλλο ένα παραμύθι σου όπως αυτό με τα άνθη, ε;.. Όμως αυτό δε μου αρέσει όπως εκείνο.

ΤΟΜ
Δεν είναι παραμύθι Μαντλέν. Τα ποιήματα δεν είναι δικά μου. Γι αυτό μη μου ζητάς να σου γράψω τίποτα. Δε θα μπορέσω γιατί ποτέ μου δεν έχω γράψει ένα ποίημα. Ας μην ξαναμιλήσουμε για το θέμα. Θα τα μαζέψω όλα και θα τα κλειδώσω στο μπαούλο που είναι η θέση τους.

ΜΑΝ
Εξήγησε μου σε παρακαλώ. Τι σημαίνει τα ποιήματα δεν είναι δικά σου; Πες μου πως είναι αστείο αυτό.

ΤΟΜ
Δε θα πω ότι είναι αστείο γιατί δεν είναι. Μα τι έπαθες; Τόσο σπουδαίο είναι αυτό;

ΜΑΝ
Αν δεν είναι δικά σου τίνος είναι;
(Μην μπορώντας να το πάρει στα σοβαρά)
Αστεοεύεσαι ε;

ΤΟΜ
Έχω ένα φίλο. 'Έγραφε ποιήματα. Πριν τρία χρόνια έφυγε για την Αμερική. Πούλησε όλα τα υπάρχοντα του κι ένα πρωί πήρε το αεροπλάνο. Πριν φύγει μου άφησε όλα τα τετράδια με τα ποιήματά του. Ήξερε πώς εδώ θα 'ναι ασφαλισμένα. Δεν ήθελε κανείς να γνωρίζει ότι γράφει. Ούτε εγώ το ήξερα ως τότε. Του υποσχέθηκα να τα φυλάξω χωρίς κανείς να τα δει. Έκανα μια εξαίρεση για σένα, λέγοντάς σου κιόλας πως πρόκειται για δικά μου έργα. Ήτανε μια αδυναμία μου ίσως. Και είναι αλήθει ότι κολάκευε τη ματαιοδοξία μου να φαντάζω για ποιητής. Έλα...σε βλέπω σοβαρή και δε μου αρέσεις έτσι. Συχώρεσέ μου το μικρό αυτό ψέμμα-εξάλλου σ' άρεσαν τα ποιήματα και σένα. Ξέχνα όλη την ιστορία κι έλα να σχεδιάσουμε το βράδυ μας.

ΜΑΝ
Γι αυτό δεν ήθελες να τα εκδώσεις. Γι αυτό δεν ήθελες να σου μιλάω γι αυτά. Και νόμιζα πως ήτανε από μετριοφροσύνη. Γι αυτό τα έκρυβες από όλους.
ΤΟΜ
Γι αυτό. Μου αρέσουν όμως και μένα όπως αρέσουν και σε σένα. Όταν τα διάβασα κατάλαβα πως κάτι λίγο έχω να κάνω κι ενώ μ' αυτά. Βέβαια είμαι ανίκανος να γράψω κάτι, μα τα νιώθω τα ποιήματα αυτά.

ΜΑΝ
Ένας φίλος λοιπόν. Και μ' άφηνες να νομίζω πως
είναι δικά σου...

ΤΟΜ
Μαντλέν μη θυμώνεις. Πες πως ήτανε απερισκεψία, ή έστω ένα κακόγουστο αστείο. Όμως αλήθεια ούτε πέρασε από το μυαλό μου πως θα ήταν αυτό κάτι άσχημο η σοβαρό.

ΜΑΝ
Και άσχημο και σοβαρό είναι.

ΤΟΜ
Μαντλέν, έχουμε θυμώσει πάλι ο ένας με τον άλλο. Και θα θυμώσουμε κι άλλες φορές-όλα τα ζευγάρια δε μαλώνουν πότε πότε; Έλα όμως τώρα, μην αφήνεις κάτι ασήμαντο που το νομίζεις σημαντικό να χαλάει τη βραδιά   μας. Έλα, χαμογέλασε πάλι.!..

ΜΑΝ
Όλοι αυτοί οι ωραίοι στίχοι, όλες αυτές οι όμορφες συνθέσεις που τόσο μ' άρεσαν,δεν είναι δικές σου. Αυτά τα πάθη και τα αισθήματα δεν έβγαιναν από την ψυχή σου. Ό,τι έβλεπα πάνω στο χαρτί δεν ήταν δικές σου σκέψεις και οράματα. Τι ξέρω εγώ λοιπόν για σένα; Σε ποιον εγώ πήγα κι έπεσα στα πόδια του μπροστά σκλάβα του να με κάνει κι ερωμένη του; Τι κρύβεις στην ψυχή σου; Ό,τι είχα αγαπήσει τώρα κόβεται και πέφτει μες στη λάσπη. Και πρέπει να βρω κάτι άλλο ν' ακουμπήσω πάνω του.

ΤΟΜ
Βλέπω η αγάπη σου δεν είχε αντικείμενο εμένα αλλά τα ποιήματα. Ποιος κοροϊδεύε λοιπόν ποιον; Οταν μου 'λεγες ότι μ' αγαπάς πώς θα μπορούσα ποτέ να πιστέψω πως θα 'ρχονταν στιγμή να μάθω πως δεν αγαπούσες εμένα αλλά αυτά τα χαρτιά με τα καλά ή άσχημα ποιήματα;

ΜΑΝ
Όλοι αγαπάνε γιατί βρίσκουν στον άλλο κάτι ν' αγαπηθεί. Κι εγώ δε σε αγάπησα για άλλο παρά γιατί η ποίηση νόμιζα ότι μου ’δείχνε την ψυχή σου. Τι θα 'τανε καλλίτερο; Να έλξει ένας άντρας μια γυναίκα με τα χρήματα του ή με της ψυχής του το κάλλος; Και ποια γυναίκα εσύ θα εκτιμούσες περισσότερο;

ΤΟΜ
Φού με ρωτάς θα σου απαντήσω. Θα εκτιμούσα περισσότερο τη γυναίκα που θα 'ρχόταν κοντά μου χωρίς να ψάξει να βρει πρώτα κάτι που θα της άρεσε σε μένα. Τη γυναίκα που θα με δέχονταν όπως είμαι, τη γυναίκα που θαρχόνταν κοντά μου όπως το κύμα πάει στην αμμουδιά. Αρώτητα, ανεξέταστα, οριστικά. Δεν ήθελα ν' αγαπηθώ για ό,τι φτιάχνω ή για ό,τι είμαι, αλλά μόνον επειδή είμαι, επειδή μόνον υπάρχω. Χρωστώ ν' αγαπηθώ μόνο γιατί υπάρχω. Έτσι νόμιζα πως μ' είχες αγαπήσει.

ΜΑΝ
Μα αυτό είναι ένα ένστικτο τυφλό που δεν ταιριάζει σε ανθρώπους. Νόμιζα πως σ' ήξερα. Όμως τώρα βλέπω ότι δε σε ξέρω. Για μένα είσαι ένας άγνωστος από τους τόσους που συναντώ κάθε μέρα στο γραφείο, στο δρόμο. στο σινεμά.

ΤΟΜ
(στον εαυτό του)
Πόσο γελάστηκα αλήθεια! Κι αλήθεια είναι άφταστη η αγάπη.

ΜΑΝ
 Τομ πρέπει να φύγω. Αύριο θα σηκωθώ νωρίς.

ΤΟΜ
Πήγαινε Μαντλέν. Ξέρω-η δουλειά δεν περιμένει. Η ζωή δεν περιμένει. Πήγαινε.

ΜΑΝ
Γεια σου.

ΤΟΜ
Γεια σου.
(η Μαντλέν βγαίνει. Στην πέτρα)
Έχεις δίκιο λοιπόν. Μα κι εγώ θα μπορούσα ν' αρκεστώ σε ό,τι βρήκα-ή σε ό,τι με βρήκε. Η ζεστή συντροφιά της μέσα στο κρύο της νύχτας... Η καλοσύνη της... το ενδιαφέρον της για μένα... Τι άλλο θα 'πρεπε να βρω για να μ' αρέσει; Πως της άρεσαν τα ποιήματα δεν είναι αυτό μία απόδειξη για τη λεπτότητα της ψυχής της; Βρήκε μόνη της τον κρίκο που θα μας ένωνε πέρα από τα προβλήματα της ' καθημερινότητας. Μήπως εγώ αλήθεια ζητάω κάτι άφταστο; Κάτι αδύνατο; Κάτι φανταστικό;
(δυνατά)
Σε σένα μιλάω! Δε μ' ακούς; Μίλησε μου! Τώρα είσαι υποχρεωμένη να μου μιλήσεις!

ΠΕΤ
Ψάχνω να βρω λέξεις που να σημαίνουν. Όμως δεν υπάρχουν. Σε βλέπω ταραγμένον. Έχεις χάσει τη στωικότητά σου. Ήρθες εδώ περιμένοντας το θάνατο ή την αγάπη. Δεν ήρθε η αγάπη-θα 'ρθει ο θάνατος. Όλα γίνονται σύμφωνα με το σχέδιο σου. Γιατί τώρα δείχνεις να φοβάσαι ό,τι πριν ήταν νια σένα το φυσικότερο πράγμα στον κόσμο:

ΤΟΜ
Δεν είναι φόβος. Είναι που τώρα ξέρω πως τίποτα δεν έχω να ελπίζω. Είναι που πρέπει τώρα η ζωή μου αδίκιωτη να σβήσει. Όμως τότε γιατί ερχόμαστε στον κόσμο; Και γιατί μια φωνή μέσα μας στριγγλίζει, ουρλιάζει, σκούζει ζητώντας εκείνο που θα πρέπει να της δώσουμε για να ησυχάσει; Τι πρέπει να ταϊστεί το θεριό για να σωπάσει; Άλλοι του δίνουν χρήματα. Άλλοι δόξα. Κάποιος που γνώριζα έκανε συλογή γραμματοσήμων. Με επιμέλεια, με τάξη, με πάθος και συνέπεια μάζευε σ' όλη του τη ζωή γραμματόσημα. Τα είχε βάλει σε ειδικά τετράδια και κουτιά μέσα. Τα έβλεπε κάθε τόσο καί τα λάτρευε. Κι έλεγε πως αυτός είναι της ζωής του ο σκοπός και ο προορισμός-να βάζει σε τάξη εκείνα τα μικρά χρωματιστά χαρτάκια. Όταν πέθανε, οι συγγενείς του βρήκαν μέσα στη συλλογή ένα σημείωμα. Έλεγε: "Αυτό ήταν το ψέμμα που με βοήθησε να ζήσω." Έπρεπε μήπως κι εγώ να κρατήσω το ψέμμα μου-τη Μαντλέν- και να ζήσω μαζί του;

ΠΕΤ
Όλοι οι άνθρωποι έχουν ένα ψέμμα για να ζήσουνε μ' αυτό. Αλλιώς η ζωή δεν κυλάει. Για τους ανθρώπους μόνο να το καταλάβουνε αυτό είναι ένα κατόρθωμα. Είναι μια νίκη να νιώσουν πως ζούσαν μ' ένα ψέμμα-πως το ψέμμα υπηρετούσαν στη ζωή τους όλη.
Το κατοπινό βήμα είναι το δύσκολο. Είναι ν' αρνηθεί κανείς το ψέμμα, δηλαδή την ελπίδα, και σκοπός να γίνει της ζωής του όχι πια το ανέβασμα σε μια κορυφή από τις τόσες χαμηλές που υψώνονται γύρω στους ανθρώπους, δίνοντάς τους την ψευδαίσθηση του ύψους, αλλά το ανέβασμα εκεί όπου ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να φτάσει. Το ανέβασμα στην κορυφή που δεν τη φτιάχνουν βράχια και πέτρες, παρά ιδέες πιο κοφτερές κι από μαχαίρι, οράματα πιο καφτερά κι από φωτιά. Στην κορυφή που η παραίτηση φτιάχνει ένα ευφρόσυνο ανάκλιντρο για κείνον που θα έφτανε εκεί. Εκεί που αυτός έπρεπε να είναι καθενός ανθρώπου ο στόχος αν θέλει να λέγεται άνθρωπος.

ΤΟΜ
Έτσι που σε ακούω να μιλάς είναι σαν να ακούω τη σκέψη μου ειπωμένη με το δικό σου στόμα. Μήπως δε μου μιλάς εσύ αλλά κουβεντιάζω με τον ίδιο μου τον εαυτό που είναι μοιρασμένος ανάμεοά μας;

ΠΕΤ
Εκεί ψηλά που βρισκόμαστε δε μετράει αν μιλώ εγώ η η σκέψη σου. Όταν κανείς φτάνει ν' αρνηθεί και την ελπίδα, πολλά μπορούν να συμβούν. Τα παραμύθια τότε ζωντανεύουν και ο κόσμος γίνεται τόσο μικρός που χωράει μες στο ένα σου το χέρι. Ο άνθρωπος γίνεται μεγάλος και δυνατός τότε.

ΤΟΜ
Δεν περίμενα πως κάποτε θα μου μιλούσες. Μα να! Μου μιλάς!  Όχι μόνο αισθάνεσαι αλλά μου μιλάς. Και εγώ στέκω μπροστά σου, ξένος για κάθε άνθρωπο, ξεκομμένος από κάθε ελπίδα, γυμνός από κάθε ψευδαίσθηση, μόνος εγώ και γύρω μου ο κόσμος όλος. Και για μια φορά ακόμα σου μιλώ. Σε μια νέα βρίσκομαι αρχή. Ως και τα ερείπια που άφησα πίσω μου, δεν είναι πια δικά μου. Αναστηλώθηκαν ξανά, και γίναν νέες ψευδαισθήσεις για τους επερχόμενους. Και εγώ πρέπει πάλι να διαλέξω. Και όπως πάντοτε προστρέχω σε σένα. Σε σένα που ακούς με ανιδιοτέλεια, σε σένα που μου ήσουν πάντα ο φίλος ο απροσποίητος. Σε σένα που όλα ξέρεις τα μυστικά μου χωρίς ποτέ γα με προδώσεις ή να με αρνηθείς. Σε σένα πάλι έρχομαι, σου ανοίγω τη φωτιά που με καίει και ζητώ βοήθεια πάλι.

ΠΕΤ
Δε θέλεις βοήθεια Τομ. Στο δρόμο που ακολουθείς δε σε βοήθησα ποτέ. Μόνο βρισκόμουν δίπλα οου, όμως χωρίς να παίρνω μέρος σε καμμιά σου μάχη-σε κανέναν αγώνα σου. Κι αν νομίζεις ότι από μένα αντλούσες δύναμη και θάρρός, κι αν κοντά μου έβρισκες το δρόμο που έπρεπε να τραβήξεις,εγώ δεν έκανα τίποτα για να σε πείσω ή να σε οδηγώ. Δικό σου ήταν το διάλεγμα του δρόμου. Το πως βρεθήκαμε κι οι δυο μας χέρι χέρι στον ίδιο δρόμο, δική σου ήταν επιλογή. Μέσα σου είχες από τότε αιιοφασίσει. Χωρίς να το ξέρεις ακόμα. Χωρίς να παίρνει μορφή, μια σκέψη κρυφή σου έδειχνε το δρόμο που έφερνε σε μένα. Γιατί εγώ είμαι ό,τι πάντα ζητούσες. Είμαι εγώ ο άσφαλτος δρόμος που οδηγεί στην αγάπη την πέρα από την ελπίδα. Με σμίλεψε η ίδια η μοναδική αυτή αγάπη, που το ποτάμι της κυλάει μακριά από ό,τι θέλει, από ό,τι ζητάει, από ό,τι επιθυμεί. Κυλάει μακριά από κάθε σκότος, μακριά από κάθε έλλειψη η συνήθεια. Μακριά από κάθε εγώ και κάθε εσύ.
Μέσα στη ζέστα και στο φως κυλάει το ποτάμι της αγάπης το μεγάλο. Είμαι κομμάτι από το ίδιο εκείνο το ποτάμι. Είμαι φτιαγμένη από του ποταμιού εκείνου τις αγκαλιές και τα γυρίσματα. Μέσα μου βοά όλη η δύναμη και η ορμή του. Όλη η ατέλειωτη και η ανάρχιστη ύπαρξη του μέσα μου εκστασιάζεται. Σταλιά σταλιά, σπειρί σπειρί, με αβίαστη υπομονή το ποτάμι ανώδυνα με γεννούσε. Και μέσα μου κλείνω το ποτάμι εκείνο. Κάθε μου ίχνος μια περιστροφή του. Κάθε μου απειροελάχιστη μετακίνηση μια βαθιά του δίνη.
Έτσι πλαστήκαμε όχι μόνον εγώ μα πολλές μικρές αγάπες, κομμάτια του μεγάλου εκείνου ποταμού. Και βρισκόμαστε παντού. Και πλάϊ μας ο βούρκος της ανθρώπινης ύπαρξης, γεμάτος μίσος. Και δεν μας αγγίζει. Δεν μας σπιλώνει. Για μας όλα αυτά είναι ένα ασήμαντο, μικρό περιστατικό χαμένο μέσα στην πολλαπλότητά μας.
Ο θάνατος λένε, ένα ένα τα μικρά θύματα του τ ' αποθέτει στο μεγάλο ποτάμι μέσα.
Μα η τιμή ανήκει σε κείνον που ξέρει πως υπάρχει το ποτάμι αυτό και σκοπό της ζωής του βάζει να το βρει και να πέσει μέσα του μόνος του, πριν ο θάνατος πάρει την τιμή πως αυτός εκεί τον οδήγησε-σε κείνον που ποθεί ζωντανός ακόμα να λουστεί στα νερά του, να ίνει ένας ήχος απαλός στο πανάρχαιο τραγούδι του, να γίνει ένα φύλλο τρυφερό στο απέραντο δάσος του.
Και είσαι συ ο αρνητής της ζωής που γυρεύεις στον κόσμο της ανέφελης αιωνιότητας να μπεις. Και ειμ' εγώ εδώ κοντά σου και σε περιμένω. Η μέχρι τώρα ζωή σου δεν ήταν παρά η πορεία προς ό,τι η βαθιά σκέψη σου κρυφά σε οδηγούσε. Όσα έζησες ως τώρα και ό,τι κουβαλούσες μαζί σου, δεν ήταν παρά σκουπίδια και βρωμιά από το βυθό, πουφεύγανε από πάνω σου καθώς ανέβαινες. Και έφτασες στον αφρό, έφτασες στην επιφάνεια αγνός και καθαρός και ανεμπόδιστος για να δεις καθαρά. Έμαθες όλα όσα πρέπει να μάθει άνθρωπος. Κι όλα τα γνώρισες. Πλήρωσες ακριβά, μα έμαθες πως οι άνθρωποι δεν μπορούν ν' αγαπούν. Μα να-η αγάπη που ζητούσες ήταν κοντά σου, δίπλα σου-ήμουν εγώ με τις ψυχρές μου κυρτότητες, με το γκριζόασπρο χρώμα μου, με το βάρος και τη στιλπνότητά μου. Και περίμενα. Περίμενα να εξαντλήσεις όλες τις πιθανότητες.  Να χάσεις κάθε ελπίδα. Να μείνεις μόνος. Περίμενα να μάθεις μόνος πως ό,τι ζητάς δε θα το έβρεις στους ανθρώπους. Τώρα ανάγκη γι άλλο ψάξιμο δεν έχεις.

ΤΟΜ
Όταν λοιπόν όλα τα χάνω,τα βρίσκω όλα; Τώρα που όλα φαίνονται να τελειώνουν, τώρα όλα
αρχίζουν; Ολόκληρη η ζωή δεν ήταν λοιπόν παρά μια παρέκβαση προσωρινή, μια στιγμή οδύνης μέσα στην παντοτινή χαρά; Ναι. Καταλαβαίνω τωρα-έπρεπε να υπάρξει ο Άνθρωπος. Έπρεπε και από τη θέση αυτή να βρεθεί ο Δρόμος. Έπρεπε κάποιος να μπορέσει να διακρίνει-να ξεχωρίσει την αλήθεια από το ψέμμα, να γνωρίσει
όλες τις πτώσεις και όλες τις πνόδους, να εξερευνήσει κάθε άγνωστο. Έπρεπε κάποιος να καταλάβει πως αγάπη δεν μπορείς να βρεις στους ανθρώπους. Πως ο εγωισμός δε συμβιβάζεται. Ότι η εκπλήρωση του προορισμού του από τον άνθρωπο είναι ακατόρθωτη. Πως τη λύτρωση της αγάπης τη βρίσκει κανείς έξω από τους ανθρώπους-όπως εγώ τη βρήκα σε σένα: σε μια πέτρα-μέσα στο βάρος και την ακινησία της.
Κι αλήθεια, η φωνή που με ξέσχιζε μέσα μου,τώρα σωπαίνει. Ηρεμεί κι αυτή κι εγώ μαζί της. Το θηρίο δεν ουρλιάζει πια.Στερημένο από την τροφή που είχε άφθονη ως πριν λίγο-από την ελπίδα, πεθαίνει τώρα. Κιόλας οι σκουξιές του δεν ακούγονται. Αντίς γι αυτές μια γλυκιά σιωπή παίρνει τη θέση τους.

ΠΕΤ
Και μέσα σ' αυτή τη σιωπή,σε λίγο άλλοι ήχοι θα ακουστούν. Ήχοι που θα γεμίσουν τον γύρω αγέρα αρμονία και έκσταση. Ήχοι από το ταιριαστό κύλισμα  του ποταμού της ατέρμονης αγάπης. Τότε θα γίνεις και συ ήχος και ποτάμι και νερό και κύλισμα. Κι εγώ θα 'μαι μαζί σου.

ΤΟΜ
Και ό,τι ως τώρα ποθούσα θα είναι για πάντα δικό μου. Κι εγώ για πάντα δικός του.

ΠΕΤ
Θα έρθεις μαζί μου εκεί που από καιρό θέλησες να είσαι. Μακριά από τούς ανθρώπους, μακριά από τις υποκρισίες και τα μίση-μακριά από τη δυστυχία. Ό,τι πολύ επεθύμησες και δεν το βρήκες μέχρι τωρα, σε περιμένει εκεί που εμόχθησες και διάλεξες να πας.

ΤΟΜ
Και είσαι συ που εκεί θα μ' οδηγήσεις. Και είσαι συ  που θα με πας στο ποθητό ακρογιάλι. Που θα με σεργιανίσεις μέσα στις σκιερές δεντροστοιχίες με τις πεταλούδες. Που θα πάρεις ό.τι ανθρώπινο από μένα και θα το ανυψώσεις στην πρωτινή και ύστατη του αρμονία.
ΠΕΤ
Ναι. Εγώ. Εγώ που απωθώντας άλλες ηδονές εζύγισα με τ' ανθρώπινα μέτρα το βάρος και τη γνώση μου. Εγώ που σου απλώνω τώρα τα χέρια μου και σε καλώ να 'ρθείς. Εγώ η ίδια η αγάπη είμαι και θα σε πάω στις πηγές μου. Και συ είσαι το ακρογιάλι το ποθητό και η σκιερή δεντροοτοιχία. Και θα 'μαοτε ο ένας μέσα στον άλλο. Για πάντα. Έλα λοιπόν... πλησίασε… αποχαιρέτα τη ζωή αυτήν και έλα... τα χέρια μου πρθάνοιχτα σε καρτερούν.

ΤΟΜ
Κι εγώ απλώνω σε σένα τα δικά μου...
(τα φώτα σβύνουν αργά. Σκοτάδι. Όταν ξανανάβουν, δυο πέτρες βρίσκονται δίπλα δίπλα στο πάτωμα. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνουν η ιδιοκτήτρια, ο Άντρας και η Γυναίκα)

ΙΔΙΟΚΤΗΤΡΙΑ (ΙΔΙ)
Αυτό είναι το διαμερισματάκι. Η κουζίνα του... το χωλ...

ΑΝΤΡΑΣ (ΑΝΤ)
(στη γυναίκα)
Είναι πολύ μικρό-όχι; Τι λες αγάπη μου;

ΓΥΝΑΙΚΑ (ΓΥΝ)
Μωρό μου, μπορούμε να βολευτούμε για λίγο διάστημα.
(στην ιδιοκτήτρια)
Πόσο στοιχίζει;

ΙΔΙ
Διακόσα φράγκα το μήνα μαζί με τα κοινόχρηστα.

ΑΝΤ
Κι αυτές οι πέτρες τι είναι;

ΙΔΙ
Τις βρήκαν εδώ οι εργάτες όταν ήρθαν να βάψουν το διαμέρισμα.
Τελευταία έμενε εδώ ένας παράξενος εργένης. Έφυγε ξαφνικά χωρίς ούτε να με χαιρετίσει. Τις κράτησα μήπως θα σας χρησίμευαν σε κάτι. Αν δεν τις θέλετε θα πω να τις πετάξουν. Τι αποφασίζετε λοιπόν: Θα το νοικιάσετε;

ΑΝΤ
Τι λες άγγελε μου; Να το πάρουμε;

ΓΥΝ
Ναι, ετσι λέω.

ΑΝΤ
(στην ιδιοκτήτρια)
Εντάξει. Τη Δευτέρα θα μετακομίσουμε.

ΓΥΝ
Και να πετάξετε τις πέτρες.

ΙΔΙ
Σήμερα κιόλας. Ελάτε... από δω... να υπογράψουμε τα συμβόλαια.
(Ανοίγει την πόρτα. Ο Άντρας και η Γυναίκα βγαίνουν. Η ιδιοκτήτρια ακολουθεί. Πριν κλείσει πίσω της την πόρτα γυρίζει και κοιτάζει τις πέτρες. Σιγά,μονολογώντας απορημένη)
Πότε κουβάλησε και τη δεύτερη;

ΑΥΛΑΙΑ